Προειδοποίηση-τρόμος για την Ελλάδα από την πρόεδρο της, παθούσης λόγω ΔΝΤ, Αργεντινής, Christina Fernandez De Kirchner, για την Ελλάδα και τα εξοντωτικά οικονομικά μέτρα λιτότητας που δέχθηκε η κυβέρνηση Παπανδρέου: «Τα άγρια μέτρα λιτότητας θα συναντήσουν αντίσταση. Θα τελειώσουν άσχημα στην Ελλάδα. Τα οικονομικά μέτρα που πήραν θα πυροδοτήσουν κοινωνική αναταραχή, όπως αυτή που αντιμετώπισε η χώρα μας την περασμένη δεκαετία".
«Οι συνταγές που επιβάλλονται στην Ελλάδα είναι ταυτόσημες με αυτές που εφαρμόστηκαν εδώ το 2001», δήλωσε πριν δύο ώρες περίπου σε δημοσιογράφους στην Αργεντινή η Kirchner, υπογραμμίζοντας τις ομοιότητες μεταξύ της κατάστασης που επικρατεί στην Ελλάδα και την κοινωνική, πολιτική και οικονομική κρίση που συγκλόνισε την Αργεντινή προτού η χώρα κηρύξει στάση πληρωμών.
Η ισχυρή μεσαία τάξη της Αργεντινής, που αποτελούσε τη «ραχοκοκαλιά» της κοινωνίας και της οικονομίας της, σταδιακά διαλύθηκε προς όφελος μίας ολιγάριθμης διεφθαρμένης οικονομικής και πολιτικής ελίτ. Το 60% του πληθυσμού σε μία δεκαετία βρέθηκε κάτω από το όριο της φτώχειας με το 55% των εργαζομένων να είναι ανασφάλιστοι.
Η διόγκωση του δημοσίου τομέα, η διαφθορά και η φοροδιαφυγή απεδείχθησαν, όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας, καρκινώματα για την οικονομία.
Ο πληθωρισμός καταδυνάστευε τη χώρα, οι τιμές, μήνα με το μήνα, αυξάνονταν ραγδαία και οι πολίτες έβλεπαν, ανήμποροι να αντιδράσουν, το νόμισμά τους να χάνει καθημερινά την αξία του.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, το χρέος της Αργεντινής ανήλθε στο 41% από 29% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, μεταξύ 1993 και 1998.
Το 1997, η γειτονική Βραζιλία βρέθηκε σε βαθιά κρίση, η οποία είχε σαν αποτέλεσμα την υποτίμηση του βραζιλιάνικου νομίσματος κατά 50% της αρχικής του αξίας. Οι εξαγωγές της Αργεντινής προς τη Βραζιλία εκμηδενίστηκαν, ενώ αυξήθηκαν κατακόρυφα οι εισαγωγές.
Παράλληλα, η άνοδος της τιμής του δολαρίου, με το οποίο ήταν συνδεδεμένο το αργεντίνικο νόμισμα, κατέστησε τα προϊόντα της Αργεντινής μη ανταγωνιστικά στις διεθνείς αγορές, πλήττοντας θανάσιμα κάθε κλάδο παραγωγικής δραστηριότητας.
Το 1998, η Αργεντινή είχε φτάσει να δανείζεται από τις διεθνείς κεφαλαιαγορές με επιτόκιο 10,5% και αναγκαστικά κατέφυγε για πρώτη φορά στο ΔΝΤ.
Το ΔΝΤ είχε χορηγήσει δάνεια 7,2 δισ. δολ. το 1999 και 39,7 δισ. δολ. τον Δεκέμβριο του 2000, όμως οι όροι ήταν ασφυκτικοί. Οι μισθοί των δημοσίων υπαλλήλων μειώθηκαν και οι καταθέσεις πάγωσαν.
Την ίδια περίοδο, οι επενδυτικές τράπεζες συνέχιζαν να προωθούν το χρέος της χώρας στη δευτερογενή αγορά ομολόγων, με ακόμα υψηλότερες αποδόσεις. Προώθησαν ένα Debt Swap (ανταλλαγή χρέους), όπου οι ιδιοκτήτες ομολόγων αποκτούσαν το δικαίωμα να πάρουν νέα ομόλογα μεγαλύτερης διάρκειας με ευνοϊκότερους όρους. Το σκεπτικό ήταν να μεταφερθεί η εξόφληση του χρέους από το 2001 στο 2005. Πράγματι, 30 δισ. δολάρια άλλαξαν διάρκεια ζωής και επτά επενδυτικές τράπεζες εισέπραξαν 100 εκατ. δολάρια σε προμήθειες.
Όμως, μέσα σε μερικές μόλις εβδομάδες, η Αργεντινή κατέληξε ξανά χωρίς χρήματα, γιατί οι αγορές δεν πείστηκαν για την αποτελεσματικότητα της οικονομικής πολιτικής της.
Στα τέλη του 2001, η κρίση οδήγησε την κοινωνία σε σημείο ανάφλεξης. Το ξέσπασμα της λαϊκής οργής ήλθε, όταν ο κεντροαριστερός ντε λα Ρούα, απαγόρευσε την ανάληψη μετρητών από τις τράπεζες, πέραν του ποσού των 250 δολαρίων το μήνα.
Εργάτες, υπάλληλοι και αγρότες μάχονταν στους δρόμους της Αργεντινής και ο Ντε λα Ρούα πρόλαβε να διαφύγει με ελικόπτερο από την ταράτσα του προεδρικού μεγάρου, για να γλυτώσει από την οργή του όχλου.
Ο νέος πρόεδρος, Νέστορ Κίρτσνερ, έκανε στάση πληρωμών και δεν αναγνώρισε το χρέος. Δεν συμπεριέλαβε ούτε ένα νεοφιλελεύθερο οικονομολόγο στο επιτελείο του και απαίτησε από τους δανειστές και το ΔΝΤ τη διαγραφή του.
Μετά από πολύμηνες διαπραγματεύσεις, οι δανειστές και το ΔΝΤ διέγραψαν το 75% της οφειλής και δέχθηκαν την αποπληρωμή των υπολοίπων με προνομιακούς όρους. Το πάλαιψαν και το κέρδισαν.
Οι τόκοι των ληξιπρόθεσμων δανείων δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ από την Αργεντινή, παρά το ότι αρχικά είχε συμφωνήσει να τους πληρώσει.
Τώρα η Αργεντινή αργά, αλλά σταθερά, έχει μπει στο δρόμο της οικονομικής ανάπτυξης. Σήμερα, η χώρα κατηγορεί το ΔΝΤ για κακοδιαχείριση της κρίσης του 2001-2002 και επισημαίνει ότι μπορεί να μιλά για οικονομική ανεξαρτησία, μακριά από την επίβλεψή του. Φέτος αναμένει ανάπτυξη από 3,5% ως 5%.
Οσο για το υπόλοιπο του χρέους έκανε πρόσφατα μία πρόταση για αποπληρωμή 34 σεντς στο ένα δολάριο. Και αν θέλουν...
πηγη: Tμήμα ειδήσεων defencenet.gr